Με αφορμή την πρόσφατη δημοσιοποίηση από την ΑΑΔΕ των στοιχείων για τα δηλωθέντα εισοδήματα των φυσικών προσώπων η Simbiosis πραγματοποίησε μια σύντομη ανάλυση των αγροτικών εισοδημάτων που δηλώθηκαν το 2018 από την οποία προκύπτουν ενδιαφέρουσες πληροφορίες.
Το συνολικό εισόδημα από αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα που δηλώθηκε το έτος 2018 πλησίασε τα 1,4 δις €
Το ποσό αυτό δηλώθηκε από 502.000 άτομα εκ των οποίων
-
330.000 άτομα δηλώνουν ως επικρατέστερη πηγή εισοδήματος τη γεωργική δραστηριότητα
-
170.000 άτομα δηλώνουν ως επικρατέστερη πηγή εισοδήματος εξωγεωργική δραστηριότητα (π.χ μισθοί, συντάξεις κλπ). Το συνολικό εισόδημα από γεωργική δραστηριότητα των ατόμων αυτών ανήλθε σε μόλις 200 εκ € (κμο 1170 €/άτομο)
Το συνολικό εισόδημα όσων δήλωσαν ως επικρατέστερη πηγή εισοδήματος την “αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα” πλησίασε τα 3,3 δις € εκ των οποίων μόνο το 1,2 δις € είναι από αγροτική δραστηριότητα
Από τα 502.000 άτομα που δήλωσαν ότι έχουν εισοδήματα από αγροτική δραστηριότητα
-
246.000 δήλωσαν εισόδημα από αγροτική δραστηριότητα κάτω των 1.000 €
-
231.000 δήλωσαν εισόδημα από αγροτική δραστηριότητα μεταξύ 1.000 € και 10.000 €
-
23.700 δήλωσαν εισόδημα από αγροτική δραστηριότητα μεταξύ 10.000 € και 30.000 €
-
1.650 δήλωσαν εισόδημα από αγροτική δραστηριότητα άνω των 70.000 €
Ακόμη και αν υποτεθεί ότι από τα 246.000 άτομα που δήλωσαν εισόδημα κάτω των 1.000 € τα 170.000 άτομα είναι αυτά που δηλώνουν ως επικρατέστερη πηγή εισοδήματος εξωγεωργική δραστηριότητα, απομένουν άλλα περίπου 76.000 άτομα που δηλώνουν ως κύρια πηγή εισοδήματος την αγροτική δραστηριότητα με το εισόδημα αυτό να είναι κάτω των 1.000 €
Γεωγραφική ανάλυση
Στο Νομό Ροδόπης εντοπίζεται το μεγαλύτερο ποσοστό φορολογούμενων που δηλώνουν ως επικρατέστερη πηγή εισοδήματος την αγροτική δραστηριότητα.
Στο Νομό Λάρισας εντοπίζονται τα μεγαλύτερα ποσά δηλωθέντος εισοδήματος από αγροτική δραστηριότητα τα οποία αγγίζουν τα 100 εκ €.
Στο Νομό Λακωνίας εντοπίζεται το υψηλότερο ποσοστό δηλωθέντος αγροτικού εισοδήματος σε σχέση με το σύνολο των δηλωθέντων εισοδημάτων (10,5%).
Στην Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας εντοπίζεται το μεγαλύτερο ποσοστό του συνολικού δηλωθέντος εισοδήματος από αγροτική δραστηριότητα.
Με βάση τα παραπάνω στοιχεία μπορούν να πραγματοποιηθούν δύο εκτιμήσεις οι οποίες ωστόσο δεν αλληλοαναιρούνται.
Η πρώτη εκτίμηση συσχετίζεται με το κόστος παραγωγής. Πιο συγκεκριμένα εκτιμάται ότι το δηλωθέν εισόδημα από αγροτική δραστηριότητα είναι χαμηλό λόγω του υψηλού κόστους παραγωγής. Λαμβάνοντας υπόψη ότι μόνο οι άμεσες ενισχύσεις που λαμβάνουν οι αγρότες ετησίως κυμαίνεται κοντά στα 2 δις € και το συνολικό εισόδημα που δηλώνεται από αγροτικές δραστηριότητες είναι 1,4 δις € είναι εμφανές ότι ένα τμήμα των άμεσων ενισχύσεων χρησιμοποιείται για να καλύψει τμήμα του κόστους παραγωγής το οποίο υπερβαίνει την αξία των εσόδων τους (από πωλήσεις προϊόντων, από ενοικιάσεις χωραφιών κλπ). Στο πλαίσιο αυτό δικαιολογούνται και η ανησυχία των παραγωγών για την είσπραξη των άμεσων ενισχύσεων και η έντονη αντίδραση τους όταν διαπιστώνουν εισπράξεις άμεσων ενισχύσεων χαμηλότερες από αυτές που είχαν εκτιμήσει.
Η 2η εκτίμηση σχετίζεται με το μη δηλωθέν εισόδημα. Είναι πολύ πιθανό να υπάρχουν εισοδήματα από αγροτικές δραστηριότητες τα οποία δεν δηλώνονται και ως εκ τούτου δεν φορολογούνται. Η εκτίμηση αυτή ενισχύεται από πλήθος παραγόντων. Ενδεικτικά μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται:
-
Η ύπαρξη υψηλών φορολογικών συντελεστών στοιχείο το οποίο αποτελεί κίνητρο φοροαποφυγής και φοροδιαφυγής.
-
Η λειτουργία άτυπων καναλιών άμεσης διακίνησης προϊόντων από τον πρωτογενή τομέα στον τουριστικό. Ένα τμήμα του τουριστικού τομέα και ιδιαίτερα του άτυπου (π.χ. ενοικιαζόμενα δωμάτια) ευνοεί τη λειτουργία τέτοιων καναλιών που έχουν μικρή διαδρομή. Το τμήμα αυτό του τουριστικού τομέα λειτουργεί ως αποδέκτης αγροτικών προϊόντων για κατανάλωση κατά κανόνα απευθείας από τον παραγωγό.
-
Τα παραδοσιακά κανάλια άτυπης διακίνησης αγροτικών προϊόντων. Τα κανάλια αυτά τροφοδοτούνται από πλεονάζουσες ποσότητες οικογενειακής παραγωγής (στο λάδι, το κρασί, το μέλι κλπ) οι οποίες διοχετεύονται σε γνωστούς και φίλους έναντι αμοιβής. Λόγω της μικρής σχετικά αξίας κάθε συναλλαγής μέσα από τα άτυπα αυτά κανάλια προκύπτουν σημαντικά αγροτικά εισοδήματα τα οποία ωστόσο δεν δηλώνονται.
Ανεξάρτητα πάντως από την ισχύ των εκτιμήσεων αυτών από τα ανωτέρω στοιχεία επιβεβαιώνεται για μια ακόμη χρονιά ο έντονος δυισμός που χαρακτηρίζει τον ελληνικό αγροτικό χώρο.